προκαλέσσατο

προκαλέσσατο
προκαλέω
call forth
aor ind mid 3rd sg (epic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • χάρμη — ἡ, Α 1. σφοδρή επιθυμία, ορμή για μάχη 2. μάχη, αγώνας («ἐπεὶ προκαλέσσατο χάρμῃ», Ομ. Ιλ.) 3. επιτυχία, ευτυχία 4. επιδορατίδα 5. στον πληθ. αἱ χάρμαι οι χαρές τής μάχης, οι νίκες. [ΕΤΥΜΟΛ. < θ. χαρ τού ρ. χαίρω* + κατάλ. μη (πρβλ. γνώ μη, φή …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”